Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

(ΕΠΟ 10)Oι κυριότερες αλλαγές στο κοινωνικό τοπίο της Ευρώπης κατά την πρώιμη νεότερη περίοδο σε σχέση με τα χρόνια του Μεσαίωνα

Από τον 10ο αιώνα και έπειτα, η φεουδαρχία αποτελούσε την κυρίαρχη τάξη πραγμάτων, στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης. Σε μια εποχή όπου η βία και οι συγκρούσεις συνιστούσαν τον κανόνα στην καθημερινότητα των λαών, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια ενίσχυαν τη σύναψη δεσμών υποτέλειας εξάρτησης ανθρώπου από άνθρωπο, που ξεκινούσε από την κορυφή και έφτανε ως τη βάση της κοινωνικής ιεραρχίας.
Κατά το φεουδαρχικό σύστημα η γη χωριζόταν σε δύο μέρη, ένα μικρότερο κομμάτι, την προστατευμένη περιοχή του άρχοντα που καλλιεργούσαν δούλοι, υπηρέτες και έπειτα εξαρτημένοι χωρικοί, οι δουλοπάροικοι, καθώς και από ένα μεγαλύτερο που αποτελούνταν από τα κτήματα των χωρικών, οι οποίοι υποβάλλονταν σε υποχρεώσεις, όπως η αγροτική εργασία στα κτήματα του άρχοντα. Γενικός σκοπός ήταν η εξασφάλιση της αυτάρκειας της περιοχής, η πλήρης απασχόληση και η εσωτερική ισορροπία του φέουδου. Από τον 13ο αιώνα το σύστημα παρουσίασε αλλαγές, με κυριότερη την απελευθέρωση των δουλοπάροικων, οι οποίοι κατέβαλλαν ένα ενοίκιο σε νομίσματα για το χωράφι που καλλιεργούσαν, ενώ προηγουμένως ήταν υποχρεωμένοι να προσκομίζουν αποκλειστικά τέλη μόνο σε είδος.
Η δημογραφική κρίση των ετών 1350 – 1450 δεν εμπόδισε τις εξελίξεις. Αν και περιορίστηκαν οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις, η πληθυσμιακή συρρίκνωση είχε σαν αποτέλεσμα τη μειωμένη προσφορά αγροτικής εργασίας σε σχέση με τη ζήτηση. Έτσι οι χωρικοί μπόρεσαν να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας και μείωση των φεουδαρχικών τελών που κατέβαλλαν στους άρχοντες. Σταδιακά η εξάρτηση των αγροτών έγινε μικρότερη, ενώ η δουλοπαροικία παραχώρησε τη θέση της στην ελευθερία, στις περιοχές δυτικά του Έλβα ποταμού.
Το πέρασμα των χρόνων και η ανακάλυψη του νέου κόσμου ενίσχυσε το μετασχηματισμό της κοινωνίας. Οι απαιτήσεις του εμπορίου σε συνδυασμό με την εξόρυξη πολύτιμων μετάλλων προώθησαν την νομισματική επανάσταση, που από τις πόλεις εξαπλώθηκε και στην ύπαιθρο. Οι χωρικοί με δική τους πρωτοβουλία ή εξωθημένοι από τον αφέντη τους κατάφεραν να μετατρέψουν σε χρήματα τα τέλη που προηγουμένως κατέβαλλαν σε είδος, μεταβάλλοντας έτσι, τη σχέση εξάρτησης που είχαν με τον κυρίαρχο γαιοκτήμονα. Τα οικονομικά χρέη και οι περίοδοι σιτοδείας έφεραν πολλούς χωρικούς στο σημείο να οδηγηθούν σε μορφές δανεισμού και να υποθηκεύσουν τη γη τους, η οποία συχνά περνούσε στα χέρια των πιστωτών τους. Κάποιοι από τους πιστωτές, προέρχονταν από την παραδοσιακή αριστοκρατία γης, αλλά πολλοί και από τις πόλεις. Εκπροσωπούσαν την αστική τάξη που άκμαζε με την πρόοδο του εμπορίου, την ανακάλυψη του νέου κόσμου και την ανάπτυξη των οικονομικών συναλλαγών. Έτσι, αρκετοί άνθρωποι της πόλης απέκτησαν μεγάλες εκτάσεις γης, η κατοχή της οποίας αποτέλεσε σύμβολο κοινωνικής επιτυχίας προετοιμάζοντας την πρόσβαση τους στην τάξη των ευγενών.
Γενικότερα, η αστική τάξη πλουτίζοντας από το εμπόριο, ενίσχυσε με διαφορετικούς τρόπους τη θέση της απέναντι στην παλαιά αριστοκρατία της γης. Προχώρησε στην ενοικίαση αγροτικών εκτάσεων, διαχειρίσθηκε αριστοκρατικές και εκκλησιαστικές περιουσίες, προέβη σε αγορές κτημάτων και φεουδαρχικών γαιών. Πέρασε στην ευγενική τάξη μέσω επιγαμιών με γόνους αριστοκρατικής καταγωγής και απέκτησε σημαντικά αξιώματα στη διοίκηση και το δικαστικό σώμα. Ακόμη, οι αστοί της πόλης, χρηματοδότησαν την εκπαίδευση και συνέβαλλαν στην ίδρυση πανεπιστημίων, τα οποία προετοίμαζαν την πρόσβαση σε δικανικά και ιατρικά επαγγέλματα.
Οι θρησκευτικές εξελίξεις που σημειώθηκαν στην Ευρώπη στις αρχές του 16ου αιώνα επηρέασαν σημαντικά τη μεταβολή των θεσμών. Η δύναμη του Πάπα άρχισε πια να αμφισβητείται. Η Εκκλησία στην Ευρώπη μέχρι τότε είχε αποκτήσει μεγάλη εξουσία. Πολλοί επίσκοποι μάλιστα, ανήκαν στους κόλπους της αριστοκρατίας και βρίσκονταν μεταξύ των αρχών που διεύθυναν το βασίλειο. Στην Αγία αυτοκρατορία της Ρώμης, πολλοί από αυτούς έγιναν και ηγεμόνες. Ο ιερός λόγος ήταν πάνω από όλα, ενώ τα συγχωροχάρτια αποτέλεσαν, ένα ακριβοπληρωμένο εισιτήριο για να μπορέσουν οι έχοντες να κερδίσουν μια θέση στον παράδεισο. Η αντίδραση, ήρθε από τον Λούθηρο, ο οποίος μετέφρασε την Βίβλο. Αν και δεν ήταν η μοναδική ούτε και η καλύτερη μετάφρασή της, διαδόθηκε σε όλη τη Γερμανία με τη βοήθεια της τυπογραφίας, ανακάλυψης των τελευταίων χρόνων. Τη διάδοση της Βίβλου βέβαια, διευκόλυνε και η επέκταση της εκπαίδευσης, αν και η μόρφωση, θεωρούνταν ακόμη, προνόμιο κυρίως των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων.
Ο Λούθηρος αντέδρασε έντονα απέναντι στα συγχωροχάρτια και διακήρυξε, ότι κανείς δεν μπορεί να λάβει τη Θεία Χάρη με ανθρώπινα έργα καθώς η ψυχή μπορεί να σωθεί μέσω της πίστης και της ανάγνωσης της Βίβλου. Παράλληλα, το 1523, αποφάνθηκε, ότι το σύνολο των πιστών είχε δικαίωμα να κρίνει τα ζητήματα πίστεως και να εκλέγει τους ιερείς του. Οι ιερείς άρχισαν να δίδουν πλέον, ιδιαίτερη σημασία στην πνευματική τους καλλιέργεια και μόρφωση, ενώ η απόσταση μεταξύ κληρικών και πιστών μειώθηκε αισθητά. Σταδιακά ο Πάπας είχε να αντιμετωπίσει, πλήθος συγκρούσεων με ηγεμόνες, ήδη από τα τέλη του 14ου αιώνα, με συνέπεια η πολιτική θεωρία της εποχής να επικεντρωθεί στις ορθές σχέσεις εκκλησίας και κράτους με την πλάστιγγα να γέρνει προοδευτικά προς την πλευρά αυτών που θεωρούσαν τις κοσμικές κυβερνήσεις, ως τους πραγματικούς φορείς της νόμιμης εξουσίας.
Παράλληλα, ήδη, πριν από τον 15ο αιώνα, σημειώθηκε επέκταση της παιδείας – εκπαίδευσης, η γραφή εξαπλώθηκε, ενώ η ανακάλυψη της τυπογραφίας συνέβαλε καθοριστικά στην διάδοση ουμανιστικών σκέψεων. Η ανώτατη εκπαίδευση γνώρισε μεγάλη άνοδο, μάλιστα στις αρχές του 16ου αιώνα, υπήρχαν περισσότερα από πενήντα πανεπιστήμια στην Ευρώπη και τον επόμενο αιώνα ιδρύθηκαν ακόμη περισσότερα.