ΕΠΟ 22 Οι σκέψεις του Ντεκάρτ περί θείου (εκτεταμένη ανάλυση, 850 λέξεις)

Οι θέσεις του Ντεκάρτ αποτέλεσαν σταθμό στην ιστορία της φιλοσοφίας καθώς επιχείρησε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στις νοητικές δυνάμεις του ανθρώπου και να απελευθερώσει το ανθρώπινο πνεύμα από προκαταλήψεις του παρελθόντος. Διέκρινε την πραγματικότητα σε τρία πεδία, στο Θεό, στον άνθρωπο και στον εξωτερικό κόσμο που περιλαμβάνει όλα τα υλικά πράγματα, μέσα στα οποία είναι και τα ζώα. Από την παραπάνω πρόταση αντιλαμβανόμαστε πως έδωσε ιδιαίτερη θέση στον άνθρωπο μέσα στο σύμπαν. Η φιλοσοφία του συγκροτείται γύρω από τη διάκριση του πνευματικού και του υλικού κόσμου . Για τον άνθρωπο όρισε πως αποτελείται από το σώμα και την ψυχή, δυο εντελώς ξεχωριστές οντότητες, η μια υλική η άλλη πνευματική. Ο άνθρωπος για τον Ντεκάρτ μπορεί να φτάσει στη γνώση μέσα από τη σκέψη, τη νόηση που βρίσκεται στην ανθρώπινη ψυχή. Για να πιστοποιήσει την αξία της νόησης και την ικανότητά της να αντιλαμβάνεται ορθά τα πράγματα στηρίχθηκε στην ύπαρξη του Θεού. Προβάλλοντας, δηλαδή, τη θέση ότι η νόηση είναι το μοντέλο της γνώσης του εξωτερικού κόσμου προέκυψε το ερώτημα: πως αποδεικνύεται η βεβαιότητα της ύπαρξης του κόσμου; Θα μπορούσε ένας δαίμονας να παραπλανεί τον άνθρωπο και τη νόησή του. Η απάντηση του Ντεκάρτ σε αυτή την αμφιβολία είναι πως ο Θεός ως τέλειο ον δε θα επέτρεπε ένα τέτοιο γεγονός. Συναρτά, δηλαδή την γνώση του κόσμου με τη βεβαιότητα της ύπαρξης του Θεού .


Ας επικεντρωθούμε όμως αποκλειστικά στην προσπάθεια του Ντεκάρτ να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού με τρόπο μάλιστα οντολογικό. Η πορεία της σκέψης του είναι η εξής: εφόσον υπάρχει στη σκέψη του ανθρώπου η ιδέα ενός τέλειου όντος, συνεπάγεται ότι αυτό το τέλειο ον υπάρχει. Απ’ τη στιγμή που οι αισθήσεις, όπως υποστήριζε ο Ντεκάρτ, είναι κατώτερες γνωστικές δυνάμεις και τα εμπειρικά δεδομένα που μας δίνουν είναι ατελή, η έννοια της τελειότητας που έχει ο άνθρωπος είναι έμφυτη και παραπέμπει σε ένα τέλειο ον .

Υποστηρίζοντας, βέβαια, πως τα περιεχόμενα της εμπειρίας δεν μπορούν να αποτελέσουν θεμέλιο για τη θεωρητική κατανόηση των φυσικών νομοτελειών και πιστεύοντας πως οι αισθήσεις λειτουργούν παραπλανητικά και παράγουν υποκειμενικές αντιλήψεις, ο Καρτέσιος δεν είχε ως στόχο του να καλλιεργήσει την αμφιβολία για την ικανότητα του ανθρώπου να περιγράψει τον κόσμο και να προτείνει μια αγνωστικιστική αντίληψη. Απλά ο Καρτέσιος έδινε στην λογική τον πρώτο λόγο για την εξήγηση των πραγμάτων. Υποστήριζε ότι η ουσιώδης κατασκευή των σωμάτων βρίσκεται πίσω και πέρα από τις εντυπώσεις που σχηματίζουμε γι’ αυτά. Η ουσία των όντων φανερώνεται από το νου και όχι από τις αισθήσεις. Αυτό συμβαίνει γιατί η λογική έχει τη δυνατότητα να διεισδύσει στη μη εμπειρική, καθαρά μαθηματική διάσταση της πραγματικότητας. Την πραγματική δομή των όντων μπορεί ο άνθρωπος να την αποκαλύψει μέσα από τις έννοιες της γεωμετρίας . Ακόμα και για το ανώτερο ον, τον Θεό, ο Καρτέσιος είχε την πεποίθηση ότι μπορεί να δώσει απαντήσεις μέσω της νόησης.

Στο Λόγο περί της μεθόδου αποδεικνύει τη θέση του για την ύπαρξη του Θεού μέσα από τον ακόλουθο τρόπο: «Ενώ ξαναγυρνώντας στην εξέταση της ιδέας που είχα για ένα τέλειο ον, έβρισκα πως η ύπαρξή του περιλαμβανόταν στην ιδέα αυτή με τον ίδιο τρόπο που περιλαμβάνεται στην ιδέα ενός τριγώνου το ότι οι τρεις γωνίες του είναι ίσες με δύο ορθές ή στην ιδέα μιας σφαίρας, το ότι όλα της τα μέρη απέχουν το ίδιο από το κέντρο της, ή και ακόμα προφανέστερα. Κι επομένως το ότι ο Θεός, που είναι αυτό το τέλειο Ον, υπάρχει ή υφίσταται, είναι τουλάχιστον εξίσου βέβαιο όσο θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε γεωμετρική απόδειξη» .

Καθοριστική σημασία στη μέθοδο του Ντεκάρτ έχει η έννοια της τάξης: «Ολόκληρη η μέθοδος συνίσταται αποκλειστικά στη διάταξη και διευθέτηση των αντικειμένων, στα οποία πρέπει να συγκεντρωθεί ο οφθαλμός του νου μας. Αρχικά πρέπει να αναγάγουμε σύνθετες και ασαφείς προτάσεις σε απλές κι έπειτα, ξεκινώντας από την εποπτεία των απλούστερων απ’ αυτές, να προσπαθήσουμε να ανέλθουμε στην γνώση όλων των υπόλοιπων ακολουθώντας τα ίδια βήματα». Έτσι, πρότεινε και προχώρησε σε παραπέρα ανάλυση της αξιωματικής μεθόδου ή της μεθόδου της λογικής παραγωγής, η οποία λαμβάνει ως πρότυπο τα μαθηματικά και τη μαθηματική μέθοδο επίλυσης των προβλημάτων.

Η αναζήτηση των πρωταρχικών αληθειών ή αξιωμάτων αποτελεί τη βάση της σκέψης του. Επέμενε, μάλιστα ότι καμιά ιδέα δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται σε μια φιλοσοφική ή επιστημονική εξήγηση, αν δεν είναι σαφής ή ικανή να αναχθεί μέσω της ανάλυσης σε στοιχεία που είναι σαφή. Στον ανθρώπινο νου ο Ντεκάρτ πίστευε ότι ενυπάρχουν ποικίλες έμφυτες ιδέες, όπως οι έννοιες της ύπαρξης ή της διάρκειας, αλλά και έννοιες όπως η μορφή και η κίνηση που αναφέρονται συγκεκριμένα στον υλικό κόσμο . Περιγράφοντας την αξία τους και προσπαθώντας κατά κάποιο τρόπο να τις διαβαθμίσει υποστηρίζει ότι «είναι εξαιρετικά διαφορετικές μεταξύ τους. Διότι είναι αναμφισβήτητο ότι εκείνες που παριστάνουν μέσα μου υποστάσεις είναι κάτι περισσότερο και εμπεριέχουν περισσότερη αντικειμενική πραγματικότητα από εκείνες που απεικονίζουν μονάχα τρόπους ή συμβεβηκότα. Και εκείνη διά της οποίας νοώ κάποιον Θεό ύψιστο, αιώνιο, άπειρο, παντογνώστη, παντοδύναμο και δημιουργό όλων των πραγμάτων που υπάρχουν πέρα από αυτόν, εμπεριέχει ασφαλώς περισσότερη αντικειμενική πραγματικότητα από εκείνες διά των οποίων παριστάνονται πεπερασμένες υποστάσεις». Οι ιδέες, δηλαδή, αντικατοπτρίζοντας τη φύση των πραγμάτων αντικατοπτρίζουν και την τάξη τους. Όσο ανώτερο είναι ένα πράγμα, τόσο τελειότερη θα είναι η ιδέα του και τόσο περισσότερη αντικειμενική πραγματικότητα θα περιέχει.

Υποστηρίζει παραπέρα ότι η ιδέα της υπόστασης είναι μέσα στον άνθρωπο από το ίδιο το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι υπόσταση, ωστόσο την ιδέα μιας άπειρης υπόστασης, η οποία είναι ο Θεός, δε θα την είχε ο άνθρωπος και η πεπερασμένη νόησή του, παρά μόνο αν αυτή η ιδέα της άπειρης υπόστασης πήγαζε από μια υπόσταση αληθινά άπειρη. Με άλλα λόγια διατύπωνε το εξής: η ιδέα του Θεού πρέπει να έχει ένα αίτιο, το οποίο είναι ο ίδιος ο Θεός. Το επόμενο επιχείρημά του για την ύπαρξη του Θεού παίρνει ως βάση απόδειξης τον ίδιο τον άνθρωπο. Εγώ υπάρχω, το αίτιο της ύπαρξής μου δεν μπορεί να είναι άλλο από τον Θεό, άρα ο Θεός υπάρχει
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Cottingham, J. , Φιλοσοφία της Επιστήμης Α’: Οι ορθολογιστές, μετάφραση Σ. Τσούρτη, Πολύτροπον, Αθήνα 2003
Descartes René, Στοχασμοί περί της πρώτης φιλοσοφίας, μτφ. σχόλ. Ευ. Βανταράκης, Εκκρεμές, Αθήνα 2003
Μολύβας Γ. , Η εποχή του Διαφωτισμού (17ος –18ος αι.), Φιλοσοφία στην Ευρώπη τόμ. Β΄, Πάτρα