Εισαγωγή στο νεοελ. θέατρο


Κάτω από ποιες επιδράσεις ξεκινάει το κρητικό θέατρο το 16ο αιώνα;

Η αρχή του κρητικού θεάτρου δεν είναι σαφής. Δέχεται πάντως τις επιδράσεις του δυτικού θεάτρου και της ιταλικής κωμωδίας της Αναγέννησης που γίνεται αισθητή και πριν από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης.

Η ακμή της Κρητικής λογοτεχνίας, που συντελείται μεταξύ του τέλους του 16ου και του 17ου αιώνα, συμπίπτει με την κορύφωση της λογοτεχνίας της Αναγέννησης. Βασικό χαρακτηριστικό της είναι ότι εκτός από δύο έργα – τη «Βοσκοπούλα» και τον «Ερωτόκριτο» - όλα τα έργα της χρυσής αυτής περιόδου είναι θεατρικά. Αυτό έχει μεγάλη σημασία αν αναλογιστεί κανείς ότι το θέατρο είναι το κατεξοχήν κοινωνικό (αφού προϋποθέτει την παρουσία κοινού) σε σχέση με τα άλλα λογοτεχνικά είδη, πράγμα που σημαίνει ότι η ανάπτυξη του θεάτρου στην Κρήτη αυτή την εποχή εξασφαλίστηκε χάρη στη δημιουργία των κατάλληλων κοινωνικών συνθηκών που ευνοούν το φαινόμενο αυτό.



Ποιες είναι οι πηγές για τη θεατρική ζωή στην Κρήτη;

Πολλές από τις πηγές είναι έμμεσες και συμπεριλαμβάνονται σε προσωπικά απομνημονεύματα ή κρατικά αρχεία. Ιδιαίτερα ενδεικτικές είναι οι παρακάτω:

α) Τα ανέκδοτα απομνημονεύματα του Ι. Παπαδόπουλου, πρόσφυγα στην Πάδοβα, αναφέρονται σε γεγονότα της καθημερινής ζωής και σε θεατρικές παραστάσεις ενώ προκύπτει ότι σε κάθε καρναβάλι παίζονταν ελληνικές κωμωδίες.

β) Από το έργο του Ν. Κομνηνού Παπαδόπουλου που αφορά το πανεπιστήμιο της Πάδοβας πληροφορούμαστε ότι η «Ερωφίλη» είχε παρασταθεί πολλές φορές και ήταν αρεστή στο Χάνδακα κατά την παιδική ηλικία του συγγραφέα.

γ) Οι ανέκδοτες αναμνήσεις ενός αξιωματικού από το Μιλάνο που υπηρέτησε στο Χάνδακα αναφέρουν ότι κατά τη διάρκεια του ταξιδιού για την Κρήτη διέταξε τους στρατιώτες του να ασχολούνται με τη σωματική άσκηση και με την παράσταση τραγωδιών και ποιμενικών δραμάτων

δ) Σε μια εγκύκλιο του Λατίνου αρχιεπισκόπου Κρήτης αναφέρεται ότι απαγορεύεται στους ιερείς να συχνάζουν σε μέρη που παίζουν τυχερά παιχνίδια, να διασκεδάζουν με χορούς ή κωμωδίες στα σπίτια τους. Αυτό σημαίνει ότι εκείνη την εποχή στο Χάνδακα οργανώνονταν παραστάσεις σε σπίτια ιερωμένων

ε) Παρόμοιο περιεχόμενο έχει άλλη μια εγκύκλιος στην οποία καταγγέλλονται ιερείς γιατί στη διάρκεια του καρναβαλιού ήταν μεταμφιεσμένοι, παρίσταναν κωμωδίες και χόρευαν.

Από τις άμεσες πηγές ξεχωρίζουμε την παρακάτω: Ο Antonio Molino, που έγραψε μια σειρά ποιημάτων για τα καμώματα ενός Ελληνοαλβανού στρατιώτη, στον πρόλογό τους αναφέρει πως για να μη μένει άπραγος ασχολήθηκε με την απαγγελία κωμωδιών στην Κέρκυρα και στο Χάνδακα. (Γενικότερα στους προλόγους λίγων θεατρικών έργων επιβεβαιώνεται η θεατρική πράξη καθώς δίνονται ευχαριστίες σε τοπικούς παράγοντες και γίνονται σχετικές αναφορές.)





Ποια είναι η γνωστότερη τραγωδία του κρητικού θεάτρου, πότε γράφτηκε και ποια είναι τα πρότυπά της;

Η «Ερωφίλη» του Γ. Χορτάτση που γράφτηκε γύρω στο 1600. Πρότυπό της είναι η τραγωδία «Orbecche» του Ιταλού G. Giraldi Cinthio αλλά υπάρχουν ομοιότητες και με άλλα έργα.



Ποιοι είναι οι γνωστότεροι Κρητικοί δραματουργοί;

Τρεις είναι οι πιο γνωστοί δραματουργοί στην Κρήτη: ο Γεώργιος Χορτάτσης, ο Ιωάννης Ανδρέας Τρωίλος και ο Μάρκος Αντώνιος Φώσκολος.

Ο Γ. Χορτάτσης είναι ο επιφανέστερος όλων, μολονότι γνωρίζουμε λίγα πράγματα γι’ αυτόν. Ανήκε πιθανότατα στους ευγενείς. Έγραψε την «Ερωφίλη», την «Πανώρια» και τον «Κατζούρμπο».

Ο Ι. Α. Τρωίλος ανήκε σε αστική οικογένεια και υπηρέτησε ως αξιωματούχος στις βενετικές αρχές. Επισκέφτηκε τη Βενετία, όπου τύπωσε την τραγωδία του «Βασιλεύς Ροδολίνος».

Ο Μ. Α. Φώσκολος, μολονότι ήταν βενετικής καταγωγής και καθολικός, κατάφερε να αφομοιωθεί γλωσσικά και πολιτισμικά. Έφυγε για λίγο από την Κρήτη και επέστρεψε να περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του, οπότε έγραψε την κωμωδία του «Φορτουνάτος» και αντέγραψε την «Ερωφίλη» του Χορτάτση.



Τα έργα που έχουν σωθεί είναι οκτώ, ανάμεσα στα οποία οι τραγωδίες:

«Ερωφίλη» του Γ. Χορτάτση, «Βασιλεύς ο Ροδολίνος» του Ιωάννη Ανδρέα Τρωίλου και «Ζήνων» άγνωστου συγγραφέα (το τελευταίο συχνά κατατάσσεται στο επτανησιακό θέατρο, γιατί γράφτηκε στα Επτάνησα, από Κρητικό όμως συγγραφέα). Οι ποιητές τους ακολουθούν τα ιταλικά πρότυπα, ωστόσο τα μεταπλάθουν με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποτελούν έργα αυτοτελή και αισθητικά ανώτερα από τα πρότυπά τους. Συγκεκριμένα, η «Ερωφίλη» που γράφτηκε γύρω στο 1600 από το Ρεθύμνιο Γεώργιο Χορτάτση, επηρεάζεται από την ιταλική τραγωδία «Orbecche» του G. Battista Giraldi, όμως η υπόθεση διαρθρώνεται με πρωτοτυπία και παραλείπονται πολλά στοιχεία φρίκης και αίματος.

Ερωφίλη

Η Ερωφίλη είναι ένα δραματικό έργο που παρουσιάζει το ευμετάβλητο της ανθρώπινης τύχης, τη ματαιότητα του πλούτου, τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο θάνατο και τον έρωτα και το ρόλο της μοίρας στη ζωή των ανθρώπων. Η τραγωδία του Χορτάτση αποτελεί ένα έξοχο δείγμα της σύγκρουσης δύο αντίθετων κόσμων, αυτόν που εκπροσωπεί η Ερωφίλη με τον Πανάρετο και αυτόν που αντιπροσωπεύει ο βασιλιάς Φιλόγονος

Ο Χάρος στην «Ερωφίλη» έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αφού είναι αυτός που ξεκινάει την τραγωδία με ένα μονόλογο που αφορά στη ματαιότητα των υλικών και πνευματικών αγαθών και τελειώνει το έργο με το θάνατο των τριών πρωταγωνιστών. Εμφανίζεται στη σκηνή από μια καταπακτή (εφόσον έρχεται από τον Κάτω κόσμο) και αναφέρεται στην παντοδυναμία του (στ. 8), στο ευμετάβολο της ανθρώπινης ζωής και του πλούτου και τονίζει ιδιαίτερα τη ματαιότητα του κόσμου (στ. 9 – 22). Θεωρεί ότι για τίποτα δεν αξίζει να κοπιάζουν οι άνθρωποι ούτε για την απόκτηση του πλούτου ούτε για την πνευματική καλλιέργεια, αφού αυτά δε θα παραμείνουν αιώνια καθώς όλοι μπορούν να πεθάνουν ανά πάσα στιγμή.

Η τύχη είναι μια δύναμη που φέρνει τα πάνω κάτω. Ο Φιλόγονος , που υπερηφανευόταν για τα πλούτη και την ευτυχία του, οδηγείται στον παραλογισμό και έχει φρικτό τέλος από τις κοπέλες του χορού . Ο Πανάρετος από ορφανό βασιλόπουλο έγινε πολύτιμο μέλος του βασιλείου, ερωτεύτηκε την Ερωφίλη, παίζοντας με την τύχη και το πεπρωμένο του, δολοφονείται, όμως, από το βασιλιά. Η Ερωφίλη από πλούσια βασιλοπούλα είχε τη χειρότερη τύχη. Τέλος , ο αδερφός του Φιλόγονου από νόμιμος βασιλιάς καταλήγει ένα φάντασμα που περιφέρεται μεταξύ του Πάνω και του Κάτω Κόσμου.

Ο Δίας εμφανίζεται ως παντοδύναμος θεός που ρυθμίζει τα ανθρώπινα και γι’ αυτό οι θνητοί , έχοντας επίγνωση της δύναμής του τον επικαλούνται να τους βοηθήσει





Τι είναι τα «ιντερμέδια»;



Πρόκειται για μικρά αυτοτελή δραματικά έργα με μουσικά, θεαματικά και χορευτικά στοιχεία, που παρεμβάλλονται ανάμεσα στις πράξεις του θεατρικού ή στο τέλος.



Αναλυτικότερη ανάπτυξη: Τι είναι τα ‘ιντερμέδια’ και σε ποιες κατηγορίες διακρίνονται;



Τα ιντερμέδια είναι ενδιάμεσες παραστάσεις που παίζονται ανάμεσα στις πράξεις μιας κανονικής παράστασης ή σε ξεχωριστές παραστάσεις. Αυτό το είδος προέρχεται από την Ιταλία του 16ου αι. και θα εξελιχθεί σε αυτό που ονομάζουμε όπερα. Πρόκειται για έργα μικρής έκτασης, η οποία όμως ποικίλλει (34 – 224 στίχοι), και υπόθεσης στα οποία κυριαρχεί το θεαματικό στοιχείο, η χρήση της μουσικής και του σκηνικού χορού. Τα θέματά τους είναι ανεξάρτητα από τα δράματα στα οποία εντάσσονται και μερικές φορές αποτελούν μια θεματική ενότητα ανά τέσσερα (βλ. ιντερμέδια «Ερωφίλης»). Η χρονολόγησή τους είναι αβέβαιη για το λόγο ότι είναι ανεξάρτητα από τα έργα στα οποία ανήκουν. Σώζονται 18 ιντερμέδια τα οποία μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ανάλογα με:

α) το θεματικό κύκλο (Τρωικός πόλεμος, Σταυροφορίες)

β) το ιταλικό πρότυπο

γ) το δραματουργικό τύπο: ι) σε λυρικό ρητορικό τύπο ιι) σε θεαματικό τύπο

Υπήρχαν και άλλου είδους ιντερμέδια όπως μουσικά ιντερμέδια ή ιντερμέδια με απαγγελία ποιημάτων ή εκτέλεση ασμάτων.

Τα ιντερμέδια λειτουργούν ως υποκατάστατα της όπερας στην Κρήτη (η οποία δε μεταφέρθηκε από την Ιταλία).



Ποιες κρητικές κωμωδίες γνωρίζετε; Αναφέρετε λίγα πράγματα γι’ αυτές.



Τρεις είναι οι γνωστές κωμωδίες: ο «Κατζούρμπος», ο «Στάθης» και ο «Φορτουνάτος».

Ο «Κατζούρμπος» είναι έργο του Χορτάτση, γραμμένο στα τέλη του 16ου αιώνα. Αποτέλεσε το πρότυπο για τις άλλες κρητικές κωμωδίες. Υπάρχουν στερεότυπες φιγούρες που εκφράζουν την κοινωνική πραγματικότητα ή μια λογοτεχνική σύμβαση που προέρχεται από τη λατινική κωμωδία και το Μένανδρο. Το έργο διαμορφώνεται σε πέντε πράξεις, αποτελείται από πολλά πρόσωπα και είναι τόσο αθυρόστομο που χαρακτηρίζεται ως αριστοφανικό. Μερικές σκηνές έχουν ως πρότυπα αντίστοιχες σκηνές από τη λόγια ιταλική κωμωδία.

Ο «Στάθης» είναι έργο άγνωστου ποιητή αν και μερικοί πιστεύουν ότι το έγραψε ο Χορτάτσης. Αμφισβητείται επίσης και η χρονολόγησή του, καθώς μπορεί να γράφτηκε πριν τον «Κατζούρμπο».

Ο «Φορτουνάτος» γράφτηκε το 1655 από το Μ. Α. Φώσκολο στον πολιορκημένο Χάνδακα. Η υπόθεση αποτελεί μια παραλλαγή του «Κατζούρμπου» όμως είναι πιο οργανωμένη και διαθέτει ηθικοδιδακτικά στοιχεία.



Ποια είναι τα πρότυπα των κρητικών κωμωδιών;



Οι κωμωδίες αποτελούνται από ένα μωσαϊκό κοινών και συμβατικών σκηνών που έχουν παρατηρηθεί στο χώρο της λόγιας ιταλικής κωμωδίας (commedia erudita) απ’ όπου αντλεί τα πρότυπά της η κρητική κωμωδία. Οι συνηθισμένοι τύποι είναι ένας ερωτευμένος γέρος, ένας λογιότατος δάσκαλος, ένας οπλισμένος κομπορήμων και δειλός στρατιώτης, οι φαγάδες και πονηροί δούλοι και οι μεσίτριες και ιερόδουλες που συμπληρώνουν το παζλ των κωμικών τύπων. Η κρητική κωμωδία δε φαίνεται να επηρεάζεται από την «commedia del’ arte» (η κωμωδία της τέχνης), η οποία όμως θα επηρεάσει την επτανησιακή δραματουργία κατά το 18ο αιώνα.











Τι ονομάζουμε ποιμενικό δράμα και ποια είναι τα βασικά του γνωρίσματα;



Πρόκειται για βουκολικά ειδύλλια που έχουν ως πρότυπο κάποιο αντίστοιχο ιταλικό. Βασικό χαρακτηριστικό τους είναι ότι η δράση σε αυτά τοποθετείται στα βοσκοτόπια της αρχαίας Αρκαδίας. Γνωρίσματα:

α) ερωτοχτυπημένοι βοσκοί

β) δυσκατάκτητες παρθένες που κυνηγούν σαν αμαζόνες και λατρεύουν την Άρτεμη

γ) Σάτυροι και Νύμφες

δ) επέμβαση Αφροδίτης για αποκατάσταση των πραγμάτων



Ποιο είναι το κρητικό ποιμενικό έργο και τι γνωρίζετε γι’ αυτό;



Η «Πανώρια» ή «Γύπαρις» είναι το πρωτότυπο ποιμενικό δράμα του κρητικού θεάτρου. Δεν έχει συγκεκριμένο ιταλικό πρότυπο. Το νέο στοιχείο που εισάγει ο Χορτάτσης είναι ότι ειρωνεύεται με λεπτότητα τη νέα μόδα που έρχεται από τις ιταλικές αυλές. Η «Πανώρια» προηγείται χρονικά της «Ερωφίλης» και άσκησε επίδραση στη λογοτεχνία του 17ου και 18ου αιώνα, ενώ αυτούσια κομμάτια από το συγκεκριμένο έργο παρατίθενται σε άλλα έργα (π. χ. στο ποιμενικό δράμα «Καλλίμαχος και Ροδάμνη»).



Για ποιο λόγο δεν αναπτύχθηκε ιδιαίτερα το θρησκευτικό δράμα στην Κρήτη;



Στην Κρήτη δεν υπάρχει η παράδοση που υπήρχε στη Δύση όσον αφορά το θρησκευτικό θέατρο, αφού δεν αναπτύχθηκε το θρησκευτικό θέατρο στο Βυζάντιο.



Τι γνωρίζετε για τη «Θυσία του Αβραάμ»;

Η «Θυσία του Αβραάμ» ανήκει στην κατηγορία του θρησκευτικού δράματος και αποδίδεται στο Βιτσέντσο Κορνάρο. Γράφτηκε είτε γύρω στο 1600 είτε στο 1635 σύμφωνα με το χειρόγραφο της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης. Οι Βενετοί το μετέτρεψαν από θεατρικό έργο σε ψυχωφελές ανάγνωσμα. Το έργο αυτό συγκινεί με την ανθρωπιά του, το ενδιαφέρον του, την οικογενειακή αγάπη στοιχεία που δε συναντώνται στο πρότυπό του «Lo Isach» ούτε στα άλλα ιταλικά βιβλικά δράματα. Το έργο αυτό έχει φιλοσοφικά στοιχεία που απορρέουν από το γεγονός ότι τα πρόσωπα αγωνίζονται για να καταλήξουν να συμμορφωθούν με τη θεϊκή εντολή, οδηγούνται δηλαδή στη θυσία αυτοβούλως, είναι μια συνειδητή πράξη, μια δοκιμασία που περνούν οι άνθρωποι γι’ αυτό και δε χρειάζεται να γίνει η θυσία στην πραγματικότητα.

Η «Θυσία του Αβραάμ» είχε μεγάλη απήχηση, γεγονός που φαίνεται τόσο από τις μεταφράσεις του έργου στα καραμανλίδικα, τα σερβικά και τα ουγγρικά όσο και από τις παραστάσεις στα πλαίσια των επτανησιακών «ομιλιών».







Επιπλέον ερωτήσεις



Με ποιο τρόπο η τάση αρχειοθέτησης των Βενετών μεταφέρει σε εμάς πληροφορίες για το κρητικό θέατρο;



Η τάση των Βενετών να αρχειοθετούν κάθε κομμάτι της διοίκησης συντέλεσε στο να σωθούν πολλά στοιχεία για την εποχή. Με την πτώση του Χάνδακα το 1669 μεταφέρθηκαν πολλά αρχεία στη Βενετία (χάρη στη συμφωνία του Βενετού Διοικητή). Έτσι, στις βιβλιοθήκες της Βενετίας σώθηκαν διοικητικά έγγραφα που πληροφορούν για την κοινωνία της εποχής, αλλά και λογοτεχνικά χειρόγραφα.



Να δώσετε ένα ορισμό της commedia erudita.

Ως commedia erudite ορίζεται η λόγια ιταλική κωμωδία με στερεότυπους χαρακτήρες.

Να δώσετε ένα ορισμό της commedia del’ arte.

Τι γνωρίζετε για τα έργα του Φαλιέρου;

Τι γνωρίζετε για τον Ντελαπόρτα;

Τι γνωρίζετε για τα έργα του Σαχλίκη;

Τι γνωρίζετε για τον Απόκοπο του Μπεργαδή;

Ποιο είναι το έργο του Ιωάννη Πικατόρου;

Τι γνωρίζετε για την αναγεννησιακή δραματουργία;

Σε πόσα μέρη χωρίζεται η σκηνή της Ερωφίλης;

Ποιους νεωτερισμούς φέρνει η τεχνοτροπία του μπαρόκ στο θέατρο;

Τι γνωρίζετε για την τραγωδία «Βασιλεύς ο Ροδολίνος»;

Τι γνωρίζετε για το θρησκευτικό δράμα στην Κρήτη;



Η επτανησιακή δραματουργία



Τι συμβαίνει στο χώρο του θεάτρου μετά την πτώση της Κρήτης στους Τούρκους το 1669;

Μετά την πτώση του Χάνδακα, η θεατρική παράδοση της Κρήτης κληροδοτείται στα Επτάνησα. Αυτό αποδεικνύεται από την αντιγραφή πολλών χειρογράφων της κρητικής δραματουργίας και από την προετοιμασία ερασιτεχνικών παραστάσεων.



Υπήρχε στα Επτάνησα ντόπια θεατρική παράδοση πριν από τη μεταφορά των εξελίξεων που είχαν συντελεστεί στο κρητικό θέατρο; Αν ναι, πως αποδεικνύεται αυτό;

Στα Επτάνησα υπήρχε ήδη από το 16ο αι. θεατρική παράδοση και αυτό επιβεβαιώνεται από τρία στοιχεία, από τα οποία όμως πιθανότερο φαίνεται το τρίτο. Τα στοιχεία αυτά είναι τα εξής:

α) Ο Antonio Molino έγραψε μια σειρά ποιημάτων για τα καμώματα ενός Ελληνοαλβανού στρατιώτη, στον πρόλογο των οποίων αναφέρεται πως για να μη μένει άπραγος ασχολήθηκε με την απαγγελία κωμωδιών στην Κέρκυρα και στο Χάνδακα. Δε γνωρίζουμε τι είδους κωμωδίες ήταν αυτές, πάντως έχουν σωθεί τα ποιήματα του Molino με τον Ελληνοαλβανό ήρωα που μας οδηγούν στο να υποθέσουμε ότι ο όρος κωμωδία σήμαινε τη δημόσια απαγγελία των κωμικών αυτών ποιημάτων.

β) Ο Σπύρος Δε Βιάζης υποστηρίζει ότι στο Αρχείο της Ζακύνθου υπάρχει ένα έγγραφο που βεβαιώνει ότι το 1571 στα πλαίσια εορτασμού της νίκης των Ελλήνων στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, παραστάθηκαν οι «Πέρσες» του Αισχύλου από τη βενετική φρουρά. Όμως υπάρχουν σήμερα κάποιες επιφυλάξεις για την ορθότητα αυτής της άποψης, αφού το αρχείο καταστράφηκε από το σεισμό και δεν έχει βρεθεί ιταλική μετάφραση των «Περσών» στο 16ο αι.

γ) Το 1583 ανέβηκε στην Κέρκυρα η ιταλική κωμωδία «La Fanciulla» πράγμα που βεβαιώνεται από ένα αντίτυπο του έργου που βρίσκεται στη Μαρκιανή βιβλιοθήκη. Αυτό το τεκμήριο είναι το πιθανότερο που επιβεβαιώνει την ύπαρξη θεατρικής ζωής στα Επτάνησα το 16ο αι.





Τι γνωρίζετε για την επτανησιακή δραματουργία του 17ου – 18ου αι.; Ποιες επιρροές δέχεται;



Η επτανησιακή δραματουργία του 17ου – 18ου αι. αποτελείται από έργα πρωτότυπα και μεταφράσεις. Στα πρωτότυπα έργα ανήκουν: το θρησκευτικό δράμα «Ευγένα» του Θ. Μοντζελέζε, οι τραγωδίες «Ιφιγένεια» και «Θυέστης» του Π. Κατσαϊτη, η «Κωμωδία των Ψευτογιατρών» και το «Ιντερμέδιο της κυρά – Λιάς» του Σ. Ρούσμελη και η κωμωδία «Χάσης» του Δ. Γουζέλη.

Από μεταφράσεις σώζονται ο «Πάστορ Φίδος» του Μ. Σουμμάκη, ένα απόσπασμα των «Τρωάδων» του Σενέκα και ο «Αμύντας» του Tasso.



Τι γνωρίζετε για την «Ευγένα» του Θ. Μοντσελέζε;



Το έργο τυπώθηκε στη Βενετία στα μέσα του 17ου αι. και του περιεχόμενό του συμφωνεί με το ιταλικό πρότυπο της sacra reppresentazione, όπως ονομάζονταν τα έργα του ιταλικού λαϊκού θρησκευτικού θεάτρου. Η υπόθεση είναι η εξής: μια βασιλοπούλα με ακρωτηριασμένα χέρια (αποτέλεσμα εντολής της μητριάς της) αποκτά τη σωματική της ακεραιότητα μετά από ένα θαύμα της Παναγίας. Το έργο χαρακτηρίζεται από υπερβολική αφηγηματικότητα και ο ποιητής φαίνεται ότι δεν μπορεί να μιμηθεί την κλασικίζουσα δραματουργία της Κρήτης.

Ο Κατσαΐτης και η ¨Ιφιγένεια¨

Ενδιαφέρουσα μορφή της Επτανησιακής δραματουργίας αποτελεί ο Πέτρος Κατσαΐτης. Κεφαλλονίτης ιστορικός, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, που με την Ιφιγένεια και το Θυέστη αναπαράγει ουσιαστικά αναγεννησιακές τραγωδίες του Lodovico Dolce, προχωρώντας, παράλληλα, σε απλοποιήσεις και τροποποιήσεις που πραγματικά στην Ιφιγένεια ανατρέπει την παραδεδομένη εξέλιξη της τραγωδίας. Παρά την πόλωση του λαϊκού και ουμανιστικού – λόγιου θεάτρου στα Επτάνησα ο Κατσαΐτης δε διστάζει να κάνει συνδυασμούς που παντρεύουν το λαϊκό με το λόγιο. Ας παρακολουθήσουμε όμως το γνωστότερο έργο του, την Ιφιγένεια. Εδώ, όπως και στο Θυέστη, δεν καταφέρνει να ακολουθήσει πιστά το αριστοτελικό πρότυπο που εφαρμόζει την ενότητα τόπου, χρόνου, δράσης, όντας σε μια μεταβατική εποχή, όπου το Επτανησιακό θέατρο δέχεται ήδη επιρροές από το πνεύμα του μπαρόκ και την Commedia del’ arte. Χωρίς να απομακρύνεται από θεματολογικές συμβάσεις της κρητικής δραματουργίας, η Ιφιγένειά του βρίσκεται σε μια άλλη ατμόσφαιρα.

Ο Κατσαΐτης ζει σε μια εποχή όπου υπάρχει μια νέα κοινωνική πραγματικότητα. Ο Κατσαΐτης έρχεται σε επαφή με αυτή την ατμόσφαιρα μέσα και από το ιταλικό θέατρο της εποχής του και κυρίως το πνεύμα που προβάλλει η Commedia del’ Arte, όπου αποκαλύπτεται η ηθική ήττα της αριστοκρατίας και η ανικανότητα της άρχουσας τάξης να σταθεί στο ύψος της

Ο Κατσαΐτης μεταφέρει τεχνικές της κλασικίζουσας δραματουργίας, διαστρεβλώνοντάς τις είτε εξαιτίας του ερασιτεχνισμού και της ιδιοτυπίας του είτε εξαιτίας του ότι ζει σε μια μεταβατική περίοδο όπου το κυρίαρχο αναγεννησιακό πρότυπο υποχωρεί και η καθιερωμένη μορφή της κλασικίζουσας τραγωδίας απειλείται από τις επιρροές της τραγικωμωδίας του Μπαρόκ, την Commedia del’ arte και των Ομιλιών

Όσον αφορά την μεταχείριση του σκηνικού χώρου ο Κατσαΐτης φαίνεται πως υιοθετεί τη σύμβαση της μονοτοπικής σκηνής. Οι ενδείξεις μέσα από το έργο μας κάνουν να φανταστούμε έναν σκηνικό χώρο πολύ ίδιο με αυτό που οι επέλεγαν οι δραματουργοί της Κρήτης. Εννοούμε δηλαδή πως το βασικό θέμα της σκηνής ήταν πανοραμική όψη μιας πόλης με το παλάτι στο κέντρο

Πολλά δευτερεύοντα πρόσωπα παραπέμπουν σε συγκεκριμένους και συνηθισμένους θεατρικούς χαρακτήρες που παρωδούνται στα έργα της Commedia del’ arte. Ο Καπιτάν Κουβιέλλος, ο φαντασιόπληκτος ψευτοπαλικαράς που καυχιέται συνεχώς για τη γενναιότητα και τα κατορθώματά του, θυμίζει τον τύπο του Καπιτάνο, ο Μπαρλάκιας και ο Σκαπίνος, που συνδυάζουν χαρακτηριστικά και από άλλους θεατρικούς χαρακτήρες, έχουν τον συνηθισμένο τύπο του αχόρταγου και παμπόνηρου δούλου, ο Τιμπούρτζιος είναι ο ερωτευμένος γέροντας που χάνει το μυαλό του για μια νεαρή γυναίκα και γελοιοποιείται.





Γιατί η τραγωδία «Ιφιγένεια» του Π. Κατσαΐτη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ιλαροτραγωδία ή τραγικωμωδία;

Η «Ιφιγένεια» είναι το μεγαλύτερο από τα προεπαναστατικά ελληνικά δράματα. Η υπόθεσή του είναι αυτή της θυσίας της κόρης του Αγαμέμνονα στην Αυλίδα, ωστόσο ο ποιητής παρεμβαίνει στο μύθο και τον αλλάζει. Αξίζει να σημειωθεί ότι παρατηρείται μια αλλαγή στην ιδεολογία των έργων, καθώς ο Τρωικός πόλεμος ταυτίζεται με την εκστρατεία των χριστιανών κατά των Τούρκων. Ο Κατσαΐτης δίνει ένα διαφορετικό τέλος στο έργο, αφού αποφεύγεται η θυσία της Ιφιγένειας η οποία τελικά παντρεύεται τον Αχιλλέα. Στην τραγωδία προστίθενται ορισμένες κωμικές σκηνές που αφορούν τον ψευτομάντη Χαλκία . Οι σκηνές αυτές συνηγορούν στην ύπαρξη θιάσων της commedia dell’arte στα Επτάνησα του 18ου αι. και οδηγούν στο χαρακτηρισμό του έργου ως ‘ιλαροτραγωδία’ ή τραγικωμωδία. (βλ. και παραπάνω, τύποι της commedia dell’arte)







Τι γνωρίζετε για το «Ιντερμέδιο της κυρά – Λιάς»;



Είναι έργο του Σ. Ρούσμελη. Πρόκειται για ένα διαλογικό ποίημα ανάμεσα στην Ελιά (μεσίτρα) και στη Μηλιά (κόρη). Δε γνωρίζουμε σε ποιο θεατρικό έργο ανήκε. Παρουσιάζει μια κλασική σκηνή κωμωδίας με ηθικοδιδακτικό νόημα στο τέλος, καθώς οι κόρες ξυλοφορτώνουν τη μεσίτρα που προσπαθεί να πείσει τη Μηλιά να ενδώσει στις ερωτικές επιθυμίες ενός νέου από τον οποίο έχει αμειφθεί.



Τι γνωρίζετε για την Κωμωδία των Ψευτογιατρών;



Ο μύθος, είναι υποτυπώδης. Η Κωμωδία των Ψευτογιατρών του ζακυνθινού Σαβόγια Ρούσμελη, που γράφτηκε μισό αιώνα πριν τον Χάση, έχει πολύ χαλαρή σύνδεση, τα επεισόδια μοιάζουν αυτοτελή.



Τι γνωρίζετε για το «Χάση» (1795) του Δ. Γουζέλη;



Ο «Χάσης» ή «Το Τσάκωμα και το Φτιάσιμον» όπως ήταν ο αρχικός τίτλος του έργου, αποτελεί την απόληξη της ιταλικής κωμικής παράδοσης στην Ελλάδα. Το έργο αποτελεί περισσότερο μια σειρά από «ομιλίες» με κεντρικό πρόσωπο τον καυχησιάρη υποδηματοποιό Θόδωρο Καταπόδη. Ουσιαστικά, απαρτίζεται από μια σειρά κωμικών σκηνών ανεξάρτητων μεταξύ τους, ώστε μπορούμε να πούμε ότι δεν έχει ενιαία πλοκή.



Ο Χάσης του Δημητρίου Γουζέλη (αναπτυγμένο)



Ο Χάσης του Δημητρίου Γουζέλη αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά κείμενα της επτανησιακής κωμωδίας και, έχοντας στενή σχέση με το είδος των Ομιλιών, βρίσκεται στο μεταίχμιο ανάμεσα στο λαϊκό και το έντεχνο θέατρο. Πρωταγωνιστές του έργου είναι άτομα λαϊκά με απλοϊκή και άμεση αντίληψη για τα πράγματα. Η εμφάνιση της ζακυνθινής ζωής με τους τύπους-καρικατούρες δείχνει πως το έργο βρίσκεται πιο κοντά στο λαϊκό απ’ ό,τι το έντεχνο. Η διακωμώδηση του ψευτοπαλληκαρά Θοδωρή Καταπόδη και άλλων τύπων της καθημερινότητας, όπως ο τεμπέλης γιος του, είναι συχνή Οι ήρωες του έργου χρησιμοποιούν το τοπικό ιδίωμα γεμάτο με στοιχεία της ιταλικής γλώσσας, αφού το νησί βρίσκεται στην κατοχή των Βενετών. Ο συγγραφέας δεν έχει καμία διάθεση εξωραϊσμού του λόγου και διαμόρφωσης ενός πιο ευγενούς ή λόγιου ιδιώματος ή μιας ομοιόμορφης δημοτικής. Έτσι, αναμειγνύει στοιχεία της τοπικής και της βενετσιάνικης διαλέκτου και δίνει προτεραιότητα στην προφορική κουλτούρας. Η βωμολοχία των πρωταγωνιστών κυριαρχεί. Η σχηματική δράση του έργου επιτρέπει τον αυτοσχεδιασμό, στοιχείο δεμένο με το λαϊκό θέατρο. Η πλοκή είναι ελλιπής και φανερή είναι η έλλειψη συνοχής μεταξύ των επεισοδίων.





Τι ονομάζουμε «ομιλίες»;



«Ομιλία» είναι η σύντομη λαϊκή θεατρική παράσταση στα Επτάνησα στη διάρκεια του καρναβαλιού. Βασίζεται σε γραπτά κείμενα και διασκευές λαϊκών αναγνωσμάτων ανάμεσα στα οποία και τα έργα του κρητικού θεάτρου.







Τι ονομάζουμε «ομιλίες»; (διευρυμένη)



Οι Ομιλίες εμφανίζονται στη Ζάκυνθο πριν από το ΙΗ’ αι. και χαρακτηρίζονται από έλλειψη σκηνικής ενότητας, αμεσότητα και λαϊκό λόγο. Οι Ομιλίες είναι προϊόντα της συνάντησης δυο διαφορετικών παραδόσεων που συναντώνται στη Ζάκυνθο, το βενετσιάνικο καρναβάλι και το κρητικό θέατρο. Έτσι, τα αποκριατικά έθιμα της Βενετίας που μεταφυτεύονται στη Ζάκυνθο διαφοροποιούνται μέσα από την επιρροή της θεατρικής κληρονομιάς της Κρήτης και εξελίσσονται σε ένα νέο είδος. Στις Ομιλίες ουσιαστικά συντελείται η απομάκρυνση από το μαζικό θέαμα του καρναβαλιού και η διαμόρφωση μιας λαϊκής θεατρικής παράδοσης με πρωτόγονη λειτουργικότητα με ιερουργικό αλλά και ψυχαγωγικό χαρακτήρα. Τα θέματα των ομιλιών είναι συνήθως κωμικά, αφού οι λαϊκές μάζες έλκονται από θέματα της καθημερινής ζωής που διακωμωδούνται και συνδέονται με θεατρικούς τύπους που γίνονται αντικείμενο σάτιρας.





Τι γνωρίζετε για τη commedia del’ arte;



Η Commedia dell’ Arte έρχεται από την Ιταλία και αποτελεί την κορυφαία στιγμή στην πορεία του κωμικού λαϊκού θεάτρου Η Commedia dell’ Arte έχει ως κατεξοχήν γνώρισμά της την τυποποίηση των χαρακτήρων του έργου. Αξιοποιώντας παραδοσιακά στοιχεία του λαϊκού θεάτρου, όπως τον αυτοσχεδιασμό, κάνει παραστάσεις σε ανοιχτούς χώρους με θιάσους που περιοδεύουν τακτικά. Είναι στενά δεμένη με το λαϊκό θέατρο, ταυτόχρονα, όμως, το οδηγεί σε μορφολογική αρτιότητα.







Επιπλέον ερωτήσεις



Τι γνωρίζετε για την τραγωδία Ζήνων;

















ΤΟ ΑΙΓΑΙΟΠΕΛΑΓΙΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ



Ποιοι είναι οι στόχοι των σχολικών παραστάσεων του τάγματος των ιησουιτών;



Οι στόχοι του τάγματος μπορούν να συνοψιστούν στους εξής:

α) Γλωσσικός: να μάθουν οι μαθητές τα λατινικά

β) Παιδαγωγικός: να συνηθίζουν οι μαθητές τη δημόσια ομιλία – να εξασκούνται στη σωστή συμπεριφορά και στη ρητορική

γ) Διδακτικός: διάδοση της χριστιανικής κοσμοθεωρίας (καθολικού δόγματος)

δ) Προβολή του υψηλού παιδαγωγικού επιπέδου της σχολής



Πού δόθηκε η πρώτη ελληνική παράσταση και από ποιους;



Η πρώτη ελληνική παράσταση δόθηκε στη Ρώμη από τους μαθητές του κολεγίου του Αγ. Αθανασίου, που είχε ιδρυθεί για την εκπαίδευση Ελλήνων που προορίζονταν για την Αποστολή στην Ανατολή. Η υπόθεση είχε σχέση με τα πάθη του Χριστού.



Ποια έργα του θρησκευτικού αιγαιοπελαγίτικου θεάτρου γνωρίζετε και ποια είναι η προέλευσή τους;



Έχουν σωθεί τέσσερα χειρόγραφα που περιλαμβάνουν δέκα δραματικά έργα χιώτικης ή κυκλαδικής προέλευσης και χρονολογούνται μεταξύ 1642 – 1750. Αυτά είναι: α) ο «Διάλογος της Υπεραγίας Θεοτόκου» β) «Τα Πάθη του Χριστού» γ) «Ο Ελεάζαρ και οι Επτά Παίδες Μακκαβαίοι» έργα του ορθόδοξου ιερέα Μιχαήλ Βεστάρχη δ) «Οι Τρεις Παίδες εν Καμίνω» του ορθόδοξου ιερέα Γρηγορίου Κονταράτου ε) «Δράμα περί του Γεννηθέντος Τυφλού» του ορθόδοξου ιερέα Γαβριήλ Προσοψά στ) ο «Δαβίδ» ζ) προσχέδιο θρησκευτικού δράματος για τον Άγιο Ισίδωρο η) έργο για τον Ηρώδη και τη σφαγή των νηπίων θ) η «Τραγέδια του Αγίου Δημητρίου» και ι) ο ‘ρόλος’ του «Αγίου Γεωργίου». Τα επτά πρώτα είναι χιώτικης και τα τρία τελευταία κυκλαδικής προέλευσης.





Τι παρατηρείται στη Χίο κατά τον 17ο αι.;



Μια νέα εξέλιξη συντελείται στη Χίο αυτή την περίοδο και αφορά στη συγγραφή θρησκευτικών έργων και στη διοργάνωση σχολικών παραστάσεων από ορθόδοξους ιερείς, όπως είναι ο Προσοψάς, ο Βεστάρχης και ο Κονταράτος.



Ποιο είναι το πρώτο έργο της ελληνικής δραματουργίας που γράφτηκε σε πεζό λόγο;



Είναι το έργο που έχει συμβατικό τίτλο «Ηρώδης ή η σφαγή των Νηπίων» άγνωστου συγγραφέα.





Ποια είναι τα πλαίσια μέσα στα οποία γίνονται οι παραστάσεις στην Κων/πολη, στη Χίο και στις Κυκλάδες;

Οι παραστάσεις εντάσσονται στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα των Ιησουιτικών κολεγίων και έχουν στόχο τον προσηλυτισμό στο καθολικό δόγμα. Τα θέματα των παραστάσεων είναι θρησκευτικά και παριστάνονται από τους μαθητές των κολεγίων με συμμετοχή μερικές φορές και μεγαλύτερων ατόμων. Πολύ σημαντικό πρόσωπο που προώθησε τις ελληνικές παραστάσεις στην Κων/πολη, στη Χίο και τη Νάξο ήταν ο Δομήνικος Μαυρίκιος. Χαρακτηριστικό είναι ότι γίνονταν θεατρικές παραστάσεις των Ιησουιτών κατά τη διάρκεια του καρναβαλιού, ώστε να μην πηγαίνει ο κόσμος στις μασκαράτες.